Όσο αργή πλοκή είχαν οι ταινίες του, τόσο με ταχύτητα έφυγε από τη ζωή ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος χθες το βράδυ, ύστερα από πολλαπλούς τραυματισμούς του μετά από τροχαίο ατύχημα. Κινηματογραφική και η τελευταία... πράξη της ζωής του καθώς εκείνη την ώρα ετοιμαζόταν για να γυρίσει μία από τις τελευταίες σκηνές της νέας του ταινίας με τίτλο «Η άλλη θάλασσα».
Ήταν η 14η ταινία της καριέρας του και ο ίδιος με πολύ μεράκι, όπως έκανε και με όλες τις άλλες δουλειές του, πρόσεχε κάθε λεπτομέρεια της ταινίας που έμελλε να είναι το κύκνειο άσμα του στο χώρο του κινηματογράφου στον οποίο πρόσφερε τα μέγιστα. Ξαφνικά, μέσα σε μία στιγμή και ενώ ο ίδιος διέσχιζε την οδό Δραπετσώνος στο Κερατσίνι, έπεφτε αιμόφυρτος στην άσφαλτο από μία μοτοσυκλέτα. Επτά το απόγευμα, το φως ελάχιστο στον περιφερειακό δρόμο και ο 77χρονος κορυφαίος σκηνοθέτης αφοσιωμένος στο έργο του. Ήθελε μόλις μία στιγμή για να κοπεί το νήμα της ζωής του. Η μοτοσικλέτα που τον παρέσυρε, τον τραυμάτισε πολύ σοβαρά. Σπασμένα πόδια, χέρια, σοβαρές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, εσωτερική αιμορραγία, ρήξη ζωτικών οργάνων... Τρεις ώρες χρειάστηκαν για να περάσει ο ίδιος στην αιωνιότητα και να μας θυμίσει ένα από τα μεγαλύτερα έργα που έχει χαρίσει στον κινηματογράφο παγκοσμίως, το «Μια αιωνιότητα και μία μέρα», μία από τις κορυφαίες ταινίες του. Ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος ήταν βέρος Αθηναίος και λάτρεψε την πόλη του αφού ακόμα μέχρι τώρα διατηρούσε το γραφείο του στα Εξάρχεια. Οι εικόνες που συναντούσε καθημερινά ήταν πολύ σκληρές. Απέναντι από το γραφείο του κοιμούνταν δύο άστεγοι. Λίγο πιο δεξιά από το γραφείο του ζούσαν οι ναρκομανείς και καθημερινά μπροστά από το δρόμο περνούσαν δεκάδες ντίλερς. Αυτές οι εικόνες δεν ήταν για εκείνον έμπνευση. Του προκαλούσαν λύπηση και όπως είχε δηλώσει σε μία από τις τελευταίες συνεντεύξεις που είχε δώσει στην Έλλη Στάη, στο κεντρικό δελτίο της ΝΕΤ: «Φοβάμαι το αύριο» αναφερόμενος βέβαια στην κατάντια της ελληνικής κοινωνίας και την οικονομική κρίση που μαστίζει τη χώρα μας.
Δημοτικό και γυμνάσιο πήγε πάλι στο κέντρο της Αθήνας. Γειτονιά του η Αχαρνών. Καλοί φίλοι και συμμαθητές του ο Αλέκος Φασιανός, ο Χρήστος Γιανναράς και ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, όλοι τους σπουδαίοι Έλληνες. Το 1953 περνάει στη Νομική Σχολή Αθηνών, όμως από νωρίς αντιλαμβάνεται την καλλιτεχνική του φύση και εγκαταλείπει τις σπουδές του, μόλις πριν από το πτυχίο. Οκτώ χρόνια μετά και ενώ διαπιστώνει πως τα όρια της Ελλάδας είναι πολύ στενά για εκείνον, φεύγει για Γαλλία και με καθηγητές τον Ζορζ Σαντούλ και τον Μιτρί παρακολουθεί στη Σορβόννη μαθήματα γαλλικής φιλολογίας και φιλμολογίας ενώ παράλληλα παρακολουθεί και μαθήματα εθνολογίας στο πλευρό του Λεβί Στρος. Δεν προέρχεται από εύπορη οικογένεια και έτσι, προκειμένου να ανταπεξέλθει στα έξοδά του και να βγάζει τα προς το ζην δουλεύει ως ρεσεψιονίστ στο Σιτέ Ουνιβερσιτέρ. Δύο χρόνια μετά, καταφέρνει να περάσει στην περίφημη σχολή κινηματογράφου IDHEC όμως λόγω σύγκρουσής του και διαφωνιών του με τον καθηγητή του στο μάθημα σκηνοθεσίας δεν καταφέρνει να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Τον επόμενο χρόνο γίνεται δεκτός στο Musee de l'homme και διδάσκεται σινεμά-ντιρέκτ με δάσκαλό του τον εθνολόγο-σκηνοθέτη Ζαν Ρους. Το 1964 επιστρέφει στην Ελλάδα και μία μέρα και ενώ περπατάει στο δρόμο, δέχεται χωρίς λόγο και αιτία επίθεση με ξύλο. Ούτε τότε μισεί την πατρίδα. Αλλάζει ιδέες και διάθεση και ενώ σκοπεύει να επιστρέψει στη Γαλλία, αποφασίζει να μείνει εδώ και να αντιμετωπίσει, όπως και όλοι οι Έλληνες τις δυσάρεστες εξελίξεις στη χώρα. Εργάζεται ως κριτικός κινηματογράφου στην εφημερίδα «Δημοκρατική Αλλαγή» με τη σκηνοθέτη Τόνια Μαρκετάκη. Από τότε και μετά ξεκινά μία τρελή πορεία στον χώρο της σκηνοθεσίας με τον Θεόδωρο Αγγελόπουλο να κερδίζει το ένα μετά το άλλο τα βραβεία και τις διεθνείς διακρίσεις σε Ελλάδα και εξωτερικό, οδηγώντας τον στην κορυφή της επιτυχίας. Για τον ίδιο όμως η μεγάλη επιτυχία ήταν η οικογένεια που δημιούργησε με τη Φοίβη Οικονομοπούλου, τη σύντροφο της ζωής του την οποία γνώρισε το 1979, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων του «Μεγαλέξανδρου» όπου εκείνη ήταν διευθύντρια παραγωγής. Από τότε έγινε η σύντροφος της ζωής του, μέχρι και που άφησε την τελευταία του πνοή. Το1980 ολοκληρώνεται η ευτυχία του ζευγαριού με τον ερχομό της κόρης τους Άννα η οποία σήμερα είναι παντρεμένη με τον γνωστό ηθοποιό Κώστα Αποστολίδη. Δύο χρόνια αργότερα έρχεται στον κόσμο και η δεύτερη κόρη τους, η Κατερίνα ενώ τα 1985 η οικογένεια αποκτά και ένα ακόμα μέλος, τη μικρή Ελένη. Η μεγαλύτερη ευτυχία για τον σκηνοθέτη τα τελευταία χρόνια ήταν η απόκτηση των τριών εγγονιών του, τριών όμορφων κοριτσιών που του χάρισε η μεγάλη του κόρη, η Άννα. Μάλιστα τον περασμένο Οκτώβριο η οικογένεια υποδέχτηκε το τελευταίο μέλος της, ένα πανέμορφο κοριτσάκι που πλημμύρησε με χαρά τον σκηνοθέτη ο οποίος πληροφορήθηκε τον ερχομό της ενώ βρισκόταν στο θέατρο και παρακολουθούσε το έργο «Όλα είναι πόλεμος».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.